Ανθρώπινοι Σεισμοί.



Έπεσε σκοτάδι. Όπως κάθε βράδυ.
Τείχη με περιβάλλουν. Λευκά, κόκκινα, μαύρα. Φρούρια.
Θέλω να τα σπάσω. Θέλω να φύγω.
Θέλω να σε δω.
Να αντικρίσω από κοντά τα σκοτεινά σου μάτια.
Να αισθανθώ το βλέμμα σου να με αγγίζει ανάρμοστα, ιδιαίτερα, μοναδικά.. προσωπικά.
Είσαι ένας άνθρωπος παράξενος. Ίσως όσο εγώ. Μάλλον ακόμα περισσότερο.
Με ακινητοποιείς, με σοκάρεις.
Με κάνεις να αποζητώ κι άλλο. Να θέλω να ξεπεράσω τα όριά μου.
Να απελευθερωθώ. Μαζί σου.
Όταν είμαστε κοντά, θέλω να νιώθω τα χέρια σου στο κορμί μου.
Όταν είμαστε μακριά, νιώθω την ανάσα σου πάνω του.
Με τα χυδαία λόγια σου μου καταστρέφεις κάθε φραγμό,
με τις ευαίσθητες εκλάμψεις σου με συλλέγεις στην αγκαλιά σου.
Αισθάνομαι τα δάχτυλά σου ακόμα και όταν είμαστε χιλιόμετρα μακριά -
ακόμα και όταν κοιμάμαι, όταν πίνω, όταν περπατώ, όταν ακούω μουσική ή μιλώ με φίλους.
Είσαι παντού σαν το οξυγόνο και μου δίνεις ζωή -
μια ζωή που δεν είχα ποτέ. Μια περιπέτεια. Το άγνωστο.
Με συναρπάζεις.
Εσύ και οι παραξενιές σου. Εσύ και ο τρόπος που φυλάγεσαι από την καρδιά σου.
Εσύ και το μυαλό σου. Το πιο δαιδαλώδες, υπέροχο νησί που επισκέφθηκα ποτέ.
Αχ, και να ξερες πόσο σε σκέφτομαι.. Πόση ανάγκη σε έχω. Πόσο σε επιθυμώ.
Πόσο θέλω να σε γνωρίσω και να αγαπήσω κάθε τι που μισείς σε εσένα, σε εμένα, στον κόσμο όλο.
Να γεμίσω με φως τα σκοτάδια σου, να αγκαλιάσω όσα αδυνατούν να λάμψουν.
Να χαϊδέψω τις πληγές σου, να τους χαρίσω τα χείλη μου. Να τους δώσω ζεστασιά.
Θαλπωρή σε έναν κόσμο ουδέτερο.. βαρετό.. συμβατικό.. αδιάφορο.
Είσαι κι εσύ χωρίς πίστη. Όπως κι εγώ.
Έτσι, ξέρεις, είναι πιο εύκολο να πορευτείς.
Όταν δεν έχεις τίποτα.
Αλλά τι είναι η ζωή χωρίς τίποτα; Ένα κενό.
Πριν δω τα μάτια σου για πρώτη φορά, δεν ήξερα πώς είναι να γνωρίζεις κάποιον χωρίς να τον έχεις ξαναδεί.
Σε ξέρω.. και γνωρίζω πως πιστεύεις ότι κανείς δεν σε ξέρει αλλά εγώ.. σε ξέρω..
Εσύ.. ξέρεις εμένα.
Πριν καν μιλήσουμε, πριν καν ακούσουμε ο ένας τη φωνή του άλλου, πριν καν μάθω πώς είναι να με ακουμπάς.
Εκείνη τη στιγμή που κόλλησαν τα βλέμματά μας - εκείνη τη στιγμή το ήξερα.
Το ξέρω.
Η καρδιά μου χτυπάει σαν να έχει φύγει από τη θέση της και το σώμα μου τρέμει από λαχτάρα.
Ένας ανθρώπινος σεισμός, μια φυσική καταστροφή.
Σαρώνει κάθε τι ίδιο, κάθε τι γνώριμο, κάθε τι που δεν μας καταλαβαίνει.
Είσαι η Φύση μου κι εγώ η Δική σου.
Ένα βράδυ που πάλι θα έχει πέσει το σκοτάδι..
Θα κοιτάξω τα πονεμένα μάτια σου, θα κρατήσω την καρδιά σου στα χέρια μου
και θα την αγγίξω απαλά με το στόμα μου.
Θα της ψιθυρίσω πως δεν είναι πλέον μόνη - πως η δική μου καρδιά ήρθε να τη συντροφεύσει.
Σε έναν κόσμο αλλόκοτο, σπάνιο, ασυνάρτητο, ενθουσιώδες, παθιασμένο..
Σε έναν κόσμο αλλόκοσμο.. Και μονάχα δικό μας.

Comments

Popular Posts